-
1 κολοιός
1 jackdaw met. ἔστι δ' αἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς. κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται i. e. the rivals of Pindar N. 3.82 -
2 κραγέτας
1 cawing κραγέται δὲ κολοιοὶ the rivals of Pindar N. 3.82 -
3 νέμω
νέμω (νέμεις, -ει: νέμων; νέμειν: impf. νέμε: aor. νεῖμ(ε) coni.: med. νέμομαι, -εαι, -ονται: - όμενος.)aI act., watch (over), keepὦ Κρόνιε παῖ Ῥέας, ἕδος Ὀλύμπου νέμων O. 2.12
τοῖς γὰρ (sc. παισὶ Λήδας)ἐπέτραπεν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36
νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν Λοκρῶν Ζεφυρίων O. 10.13
Ζεῦ πάτερ, τόνδε λαὸν ἀβλαβῆ νέμων O. 13.27
εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον κρυφαῖον hoards I. 1.67 abs.ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70
II med., cultivate, inhabit “ἀγρούς τε πάντας, τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαι” P. 4.150 met.ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον O. 9.27
κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται N. 3.82
abs. dwell,τίς ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος αἰνὰν ὕβριν ἀπέφυγεν P. 11.55
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται (sc. οἱ Αἰγινῆται) I. 9.4b direct, place (sc. parts of the body) ( Ἀλκιμίδας)ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
( χεῖρα)· τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ' ἁπάσαις ἁνίαις (Hermann: νωμᾶ πάσαις codd. contra metr.: with which N. gave full rein) I. 2.22cI hand out, dispense of gods ὃ (sc. Ἀπόλλων)καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ νέμει P. 5.64
Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει, Ζεὺς ὁ πάντων κύριος (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52 met.ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων P. 5.55
II med. spend, pass (time)ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα O. 2.66
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας (sc. Διόσκουροι) N. 10.56d fragg. νεμε Λατο[ Πα. 7C. d. 4. ]χαν νέμειν[ Πα. 13b. 21 νέ]μομαι παρα[ (supp. Lobel: ] εομαι in marg. pap., i. e. v. l. νέομαι?) fr. 215b. 9. ] ἀρετάν τε νέμεις[ ?fr. 333d. 25. dub. ν[έμ]ειν (supp. Snell) Pae. 6.176 -
4 ταπεινός
τᾰπεινός n. pl. pro subs.,1 low regionsκραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται N. 3.82
-
5 κολοιός
κολοιός, ὁ,A jackdaw, Corvus monedula, Il.16.583, 17.755, Ar.V. 129, Av.50, al., Thphr.Char.21.6, Sign.39, Arat.963, al., Ael.NA4.30, Dionys.Av.3.18;κραγέται κολοιοί Pi.N.3.82
:—Arist.HA 617b16 distinguishes three species, κορακίας, λύκος, βωμολόχος (qq.v.): he also mentions a web-footed κολοιός, found in Lydia and Phrygia, which is prob. the little cormorant, Phalacrocorax pygmaeus; cf. Ath.9.395e (citing Ar.Ach. 875):—Proverbs: κολοιὸς ποτὶ κολοιόν 'birds of a feather flock together', Arist.EN 1155a34, etc.; κολοιὸς ἀλλοτρίοις πτεροῖς ἀγάλλεται 'borrowed plumes', Luc.Apol.4; κύκνον ἡγοῦ τὸν κ. 'your geese are swans', Lib.Ep.42.3; of impudent noisy talkers,πολλοὶ.. σφε κατακρώζουσι κολοιοί Ar.Eq. 1020
; of Agathocles, Timae.145. (Cf.κολῳός, κολῳάω.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κολοιός
См. также в других словарях:
κραγέτης — κραγέτης, ὁ (Α) αυτός που κράζει, ο φωνακλάς («κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινά, νέμονται», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κράγ τού κράζω (πρβλ. αόρ. β ἔ κραγ ον) + κατάλ. έτης (πρβλ. αλιναι έτης, ηγ έτης)] … Dictionary of Greek